ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
- Ως μαθησιακές δυσκολίες (ΜΔ) ορίζονται τα προβλήματα με την κατάλληλη ως προς την ηλικία ικανότητα στην ανάγνωση (δυσλεξία), στον γραπτό λόγο (δυσγραφία), στα μαθηματικά(δυσαριθμησία), στον κινητικό προγραμματισμό (δυσπραξία), στην γλώσσα (αφασία). Η διαταραχή δε σχετίζεται με το πόσο έξυπνος είναι κάποιος. Οι περισσότεροι άνθρωποι που φέρουν την διάγνωση ΜΔ έχουν ανώτερο του μέσου όρου δείκτη νοημοσύνης (Ρότσικα και συν, 2009).
- Παρόλα αυτά, υπάρχουν και παιδιά των οποίων οι μαθησιακές δυσκολίες είναι λόγω κάποιας άλλης κατάστασης. Το άγχος, η κατάθλιψη, το συναισθηματικό τραύμα και άλλες καταστάσεις οι οποίες επηρεάζουν την συγκέντρωση, κάνουν τη μάθηση μια πολύ δύσκολη πρόκληση. Επιπλέον, οι διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές/ αυτισμός και η διάσπαση ελλειμματικής προσοχής- υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) πολλές φορές συνυπάρχουν με τις μαθησιακές δυσκολίες.
ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
- Τα παιδιά με ΜΔ εμφανίζουν δυσκολία στην κατάκτηση της ανάγνωσης λόγω του ότι ο προφορικός λόγος φιλοξενεί τόσο την αναγνώριση των λέξεων όσο και την κατανόηση του γραπτού λόγου (Catts et al, 2002; NICHD ECCRN, 2005)
- Πολλές έρευνες συνεχώς αποδεικνύουν ότι οι γλωσσικές ικανότητες στην προσχολικά ηλικία συνδέονται θετικά με την μετέπειτα αναγνωστική ικανότητα καθώς επίσης πρώιμα ανιχνεύσιμες ΜΔ σχετίζονται με διαταραχές στην ανάγνωση στις πρώτες τάξεις (Hayiou-Thomas, 2006)
ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ
- Η Catts et al (2002) βρήκε ότι νήπια με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή (ΕΓΔ) αντιμετώπιζαν διαταραχές στην ανάγνωση σε ποσοστό 42% και 36% συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου (παιδιά χωρίς γλωσσική διαταραχή) με ποσοστό 8%.
- Επιπλέον βρέθηκε ότι το ποσοστό ανάπτυξης διαταραχής στην ανάγνωση σε παιδιά με γλωσσική διαταραχή με συνακόλουθο χαμηλό δείκτη νοημοσύνης (ΔΝ) εμφανιζόταν σε ποσοστό 64% και 67% .
- Παρόμοια αποτελέσματα βρέθηκαν και από τον Snowling et al (2000).
- Παρόλα αυτά, ο κίνδυνος ανάπτυξης διαταραχής στην ανάγνωση των παιδιών με ΜΔ είναι αποτέλεσμα μιας αλληλεπίδρασης μεταξύ βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων
ΣΗΜΑΔΙΑ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ
- Δυσκολίες να εκφράσουν τις ιδέες τους ξεκάθαρα, σαν οι λέξεις που χρειάζονται να είναι στην άκρη της γλώσσας τους αλλά να μην μπορούν να τις βρουν. Αυτά που λένε τα παιδιά πιθανό να είναι ασαφή και δύσκολα να γίνουν κατανοητά (π.χ. να χρησιμοποιούν απροσδιόριστο λεξιλόγιο όπως ‘το πράγμα’ προκειμένου να αντικαταστήσουν λέξεις τις οποίες δε θυμούνται). Πιθανό να χρησιμοποιείται το ‘εμ’ προκειμένου να κερδίσουν χρόνο ενώ προσπαθούν να ανακαλέσουν μια λέξη.
- Δυσκολίες να μάθουν νέο λεξιλόγιο είτε ενώ το ακούν (π.χ. σε μάθημα) και/ ή ενώ το βλέπουν (π.χ. σε βιβλία)
- Δυσκολίες να κατανοήσουν ερωτήσεις και να ακολουθήσουν γραπτές και/ ή λεκτικές οδηγίες
- Δυσκολίες να ανακαλέσουν εικόνες, σχήματα, αριθμούς, γράμματα (π.χ. τηλέφωνα, ταχυδρομικές διευθύνσεις)
- Δυσκολίες να κατανοήσουν και να διατηρήσουν τις πληροφορίες μιας ιστορίας ή ενός μαθήματος
- Δυσκολίες να αναγνώσουν και να κατανοήσουν το υλικό που τους δίνεται
- Δυσκολίες να μάθουν τραγούδια και ρίμες
- Δυσκολίες να μάθουν το αλφάβητο
- Δυσκολίες να προσδιορίσουν το σωστό γράμμα με τον σωστό ήχο, κάτι που δυσχεραίνει την ανάγνωση
- Αναμιγνύουν τη σειρά των γραμμάτων ενώ γράφουν
- Δυσκολίες στην φωνολογική ενημερότητα (τεμαχισμός πρότασης σε λέξεις, λέξεων σε συλλαβές, συλλαβών σε φωνήματα)
- Δυσκολίες στην οπτική μνήμη
- Δυσκολίες στις χρονικές έννοιες
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ
- Ο λογοθεραπευτής (λ/θ) αποτελεί μέρος της διεπιστημονικής ομάδας η οποία αποτελείται από τους γονείς/ φροντιστές, ειδικούς δασκάλους, ψυχολόγους. Ο λογοθεραπευτής αξιολογεί τον προφορικό λόγο (ομιλία και ακουστικές ικανότητες), τον γραπτό λόγο (ανάγνωση και γραφή) των παιδιών τα οποία έχουν χαρακτηριστεί από τους δασκάλους και/ ή τους γονείς τους ως ‘ύποπτα’.
Επίσης, για όλα τα παιδιά, ο λογοθεραπευτής επίσης πρέπει να παρέχει μία ολοκληρωμένη αξιολόγηση λόγου καθώς επίσης να κοιτάξει την άρθρωση και την εκτελεστική λειτουργία.
ΠΙΘΑΝΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
- Οι στόχοι της λογοθεραπευτικής παρέμβασης για τα παιδιά με πρόβλημα στην ανάγνωση σχετίζονται με τις συγκεκριμένες πτυχές της ανάγνωσης και της γραφής στις οποίες υπολείπονται τα παιδιά αυτά. Π.χ. αν ο μαθητής είναι ικανός να διαβάσει λέξεις αλλά δυσκολεύεται να κατανοήσει τις λεπτομέρειες του τι έχει διαβάσει, η κατανόηση υπογραμμίζεται. Αν ένας μαθητής δυσκολεύεται να διακρίνει τους διαφορετικούς ήχους οι οποίοι φτιάχνουν μια λέξη, η θεραπεία θα επικεντρωθεί σε δραστηριότητες οι οποίες υποστηρίζουν την αύξηση σε αυτή τη συγκεκριμένη περιοχή (ρίμες, χωρισμός σε συλλαβές, κτλ).
- Η παρέμβαση σχετικά με τον προφορικό λόγο (ομιλία και ακουστικές ικανότητες) επίσης μπορεί να σχεδιαστεί έτσι ώστε να ενισχύσει την ανάπτυξη του γραπτού λόγου. Π.χ. αφού το παιδί ακούσει μια ιστορία, μπορεί να του ζητηθεί να απαντήσει και να γράψει τις απαντήσεις σε ερωτήσεις που θα του τεθούν. Το παιδί θα μπορούσε να ερωτηθεί να δώσει μια προφορική και μετά γραπτή περίληψη της ιστορίας.
- Η αρθρωτική ικανότητα επίσης μπορεί να αντιμετωπισθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχυθεί και ο γραπτός λόγος. Π.χ. αν το παιδί εξασκείται να λέει λέξεις προκειμένου να βελτιώσει την άρθρωση ενός συγκεκριμένου ήχου, μπορεί να του ζητηθεί να διαβάσει αυτές τις λέξεις από μία λίστα.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
Οι ΜΔ πρέπει να ανιχνεύονται όσο το δυνατόν νωρίτερα. Πολλά παιδιά με ΜΔ τα οποία λαμβάνουν λογοθεραπευτική παρέμβαση αργότερα, όταν οι γλωσσικές απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες, αντιμετωπίζουν χαμηλότερη αυτοπεποίθηση εξαιτίας των προηγούμενών τους ακαδημαϊκών φόβων και αποτυχιών. Παιδιά με ΜΔ τα οποία δεν επιδέχονται λογοθεραπευτική παρέμβαση, μπορούν να οδηγηθούν σε σημαντικά μειωμένη αυτοπεποίθηση, σχολική φοβία (π.χ. να μη θέλει να πάει στο σχολείο, να μη θέλει να κάνει τα καθήκοντά του), και κατάθλιψη